Ο νέος Κώδικας Φορολογίας Εισοδήματος ψηφίστηκε τον περασμένο Ιούλιο, εισάγοντας αλλαγές στη φορολογική διοίκηση των επιχειρήσεων. Το CFO agenda συνομιλεί με τρεις ειδικούς σε θέματα φορολογίας και αναλύει τα σημεία που χρήζουν προσοχής στις νέες διατάξεις.
Σύμφωνα με τον Γιώργο Μαυραγάνη, Υφυπουργό Οικονομικών «βασικοί μας στόχοι είναι η απλοποίηση των διατάξεων του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος και ο δραστικός περιορισμός του πλήθους των ρυθμίσεων προς διευκόλυνση των πολιτών και του επιχειρηματικού κόσμου. Το νομοσχέδιο, που αποτελεί μέρος της μεγάλης μεταρρυθμιστικής προσπάθειας αναμόρφωσης και εκσυγχρονισμού του φορολογικού συστήματος, περιλαμβάνει, επίσης, ορισμένες από τις βέλτιστες διεθνείς πρακτικές για την αποτελεσματική αντιμετώπιση των φαινομένων της φοροδιαφυγής και φοροαποφυγής όπως είναι οι εξωχώριες εταιρείες με την εισαγωγή του κριτηρίου της χώρας πραγματικής διοίκησης αλλά και άλλων διατάξεων» (δήλωση 2/7/2013). Σύμφωνα με τα σχόλια των ειδικών, ο νέος Κώδικας Φορολογίας Εισοδήματος είναι προς τη σωστή κατεύθυνση, κυρίως αναφορικά με την πάταξη της φοροδιαφυγής και της φοροαποφυγής, χρειάζεται ωστόσο επιπλέον διορθώσεις και διευκρινήσεις προκειμένου να εφαρμοστεί σωστά.
Τι αλλάζει σε εκπιπτόμενες δαπάνες και αφορολόγητα αποθεματικά;
Μία από τις σημαντικότερες αλλαγές που εισηγείται ο νέος Κώδικας Φορολογίας Εισοδήματος αφορά στις εκπιπτόμενες δαπάνες των επιχειρήσεων. Σύμφωνα με τις επισημάνσεις της Άντζελας Ηλιάδη, Γενικής Διευθύντριας του τμήματος Φορολογικών Υπηρεσιών της KPMG, με την εξαίρεση συγκεκριμένων δαπανών για τις οποίες ο νέος Κώδικας Φορολογίας Εισοδήματος ορίζει ρητά ότι δεν εκπίπτουν για φορολογικούς σκοπούς (όπως οι τόκοι από μη τραπεζικά δάνεια κατά το μέτρο που υπερβαίνουν κάποια επίπεδα, οι μη καταβληθείσες ασφαλιστικές εισφορές, οι δαπάνες άνω των 500 ευρώ που δεν έγιναν με τραπεζικό μέσο πληρωμής κ.α.) επιτρέπεται η έκπτωση όλων των δαπανών εφόσον α) πραγματοποιούνται προς το συμφέρον της επιχείρησης ή κατά τις συνήθεις εμπορικές συναλλαγές της, β) αντιστοιχούν σε πραγματική συναλλαγή και η αξία της συναλλαγής δεν κρίνεται κατώτερη ή ανώτερη της πραγματικής, στη βάση έμμεσων τεχνικών ελέγχου και γ) εγγράφονται στα τηρούμενα βιβλία απεικόνισης των συναλλαγών της περιόδου κατά την οποία πραγματοποιούνται και αποδεικνύονται με κατάλληλα δικαιολογητικά. Οι διατάξεις αυτές ισχύουν για δαπάνες που αφορούν φορολογικά έτη που λήγουν μετά την 30 Ιουνίου 2014.
«Το νέο καθεστώς διαφοροποιείται από το προηγούμενο στο ότι θα επιτρέπεται η έκπτωση όλων των δαπανών που πληρούν ορισμένες προϋποθέσεις, εκτός ορισμένων που αναφέρονται ρητά στο νόμο, ενώ στο προηγούμενο καθεστώς εξέπιπταν μόνο οι δαπάνες που αναφέρονταν περιοριστικά στη νομοθεσία, με αποτέλεσμα όπως φαίνεται οι επιχειρήσεις να μπορούν να εκπέσουν μεγαλύτερο φάσμα δαπανών», εξηγεί η Α. Ηλιάδη, προσθέτοντας ότι «οι νέες διατάξεις αναμένεται να επηρεάσουν τις επιχειρήσεις οι οποίες έχουν ήδη σχηματίσει αφορολόγητα αποθεματικά καθώς και εκείνες που έχουν το σχετικό δικαίωμα, δεδομένου ότι δεν επιτρέπεται η τήρηση ειδικών λογαριασμών αφορολόγητου αποθεματικού από την 1η Ιανουαρίου 2015 και έπειτα (εκτός από αυτά που σχηματίζονται με βάση τη νομοθεσία για τα φορολογικά κίνητρα).
Συγκεκριμένα, τα αφορολόγητα αποθεματικά που έχουν σχηματισθεί με τις διατάξεις του Ν. 2238/1994 όπως εμφανίζονται σε ισολογισμούς που κλείνουν μέχρι 31 Δεκεμβρίου 2013 θα φορολογηθούν αυτοτελώς με συντελεστή 15%, εφόσον διανεμηθούν ή κεφαλαιοποιηθούν μέχρι 31 Δεκεμβρίου 2013 και 19%, εφόσον διανεμηθούν ή κεφαλαιοποιηθούν από 1η Ιανουαρίου 2014 και μετά και εφόσον δεν συμψηφισθούν με μεταφερόμενες φορολογικές ζημίες από οποιαδήποτε αιτία».
Ασάφειες στην ερμηνεία των διατάξεων σχετικά με τις εκπιπτόμενες δαπάνες εντοπίζει ο Γιώργος Σαμοθράκης, partner της ASnetwork. Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο ίδιος «ο νόμος (άρθρο 22 παράγραφος (β) και (γ) ) ορίζει ότι εκπίπτουν, αν είναι προς το συμφέρον της επιχείρησης και η αξία της συναλλαγής δεν κρίνεται ανώτερη ή κατώτερη της πραγματικής, στη βάση έμμεσων μεθόδων ελέγχου, χωρίς να προσδιορίζει τον όρο “προς το συμφέρον” ούτε και το πώς θα κρίνεται “η πραγματική αξία”. Οι νέες έμμεσες μέθοδοι ελέγχου αφήνουν τεράστια περιθώρια αυθαιρεσιών από τις φορολογικές αρχές, που σε συνδυασμό με τις νέες εξουσίες της φορολογικής διοίκησης υπάρχει ενδεχόμενο να δημιουργήσουν για τις επιχειρήσεις καταστάσεις χειρότερες από αυτές που αντιμετώπιζαν μέχρι τώρα με τη γνωστή απειλή της “απόρριψης των βιβλίων”. Είναι υποχώρηση του επιδιωκόμενου κράτους-δικαίου, η δυνατότητα που έχει η φορολογική διοίκηση να εφαρμόσει έμμεσες μεθόδους προσδιορισμού της φορολογητέας ύλης χωρίς να έχει το βάρος της απόδειξης ότι δεν προκύπτει αυτή από τα βιβλία και χωρίς να ορίζονται στο νόμο σαφή κριτήρια.
Επίσης η διάταξη του άρθρου 38 του Ν. 4174/2013 περί φοροαποφυγής είναι τόσο γενική και αόριστη ώστε να θεωρείται δικαιολογημένη η ανησυχία για τον τρόπο εφαρμογής της». Ανάγκη για περαιτέρω διευκρινίσεις στις εκπιπτόμενες δαπάνες εντοπίζει και ο Στέφανος Μήτσιος, partner και επικεφαλής του φορολογικού τμήματος της EY Ελλάδας, τονίζοντας ότι «παρότι είναι σαφές ότι το νέο πλαίσιο κινείται προς την ορθή κατεύθυνση, θα πρέπει να διασφαλιστεί ότι η εξειδίκευση των κριτηρίων για την έκπτωση μιας δαπάνης καθώς και ο τρόπος εφαρμογής τους στην πράξη, δεν θα υπονομεύσουν το σκοπό του νομοθέτη που ήταν η έκπτωση όλων των επιχειρηματικών δαπανών».
Σχετικά με τα αφορολόγητα αποθεματικά, ο Σ. Μήτσιος εξηγεί ότι «σύμφωνα με τον νέο Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματιος, τα μη διανεμηθέντα ή κεφαλαιοποιηθέντα αποθεματικά των νομικών προσώπων, όπως αυτά εμφανίστηκαν στον τελευταίο ισολογισμό που έκλεισαν πριν από την 1.1.2014,και τα οποία προέρχονται από κέρδη που δεν φορολογήθηκαν κατά το χρόνο που προέκυψαν λόγω απαλλαγής αυτών κατ’ εφαρμογή διατάξεων του υπάρχοντος Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος ή εγκυκλίων ή αποφάσεων που έχουν εκδοθεί κατ’ εξουσιοδότηση αυτού, σε περίπτωση διανομής ή κεφαλαιοποίησής τους μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2013 φορολογούνται αυτοτελώς με συντελεστή 15% και με την καταβολή του φόρου αυτού εξαντλείται κάθε φορολογική υποχρέωση του νομικού προσώπου και των μετόχων ή εταίρων αυτού.
Από 1η Ιανουαρίου 2014 και μετά, τα ως άνω μη διανεμηθέντα ή κεφαλαιοποιηθέντα αποθεματικά συμψηφίζονται υποχρεωτικά στο τέλος κάθε φορολογικού έτους με ζημίες από οποιαδήποτε αιτία που προέκυψαν κατά τα τελευταία 5 έτη μέχρι εξαντλήσεως τους, εκτός αν διανεμηθούν ή κεφαλαιοποιηθούν οπότε υπόκεινται σε αυτοτελή φορολόγηση με συντελεστή 19% με την καταβολή του οποίου εξαντλείται κάθε φορολογική υποχρέωση του νομικού προσώπου και των μετόχων ή εταίρων αυτού.
Επιπλέον προβλέπεται ότι από την 1η Ιανουαρίου 2015 δεν επιτρέπεται η τήρηση ειδικού λογαριασμού αφορολόγητου αποθεματικού. Η ρύθμιση για τα αφορολόγητα αποθεματικά αποσκοπεί στη σταδιακή “εξαφάνισή” τους από τους ισολογισμούς των εταιρειών. Ωστόσο δεν είναι πλήρης δεδομένου ότι καταλαμβάνει μόνο αποθεματικά που προβλέπονται από τον υπάρχοντα Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, ενώ όπως είναι γνωστό υπάρχει πληθώρα διατάξεων από τις οποίες προβλέπεται ο σχηματισμός αφορολόγητων αποθεματικών».
Πηγή : www.cfoagenda.gr