Βάσει των εκτιμήσεων μελέτης της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος, η Ελλάδα θα μπορούσε να προσελκύσει 110.000 ξένους φοιτητές (από 27,600 το 2015) και παράλληλα να περιορίσει τις εκροές Ελλήνων φοιτητών στο εξωτερικό, εφαρμόζοντας τις παρακάτω πολιτικές:

Α. Εγκαθίδρυση συνεπούς και σταθερής εθνικής στρατηγικής για την ανώτατη εκπαίδευση με έμφαση στην αυτονομία των πανεπιστημίων

Β.   Νομοθέτηση πολιτικών και κινήτρων για προσέλκυση της ακαδημαϊκής Διασποράς, όπως έχει εφαρμόσει με επιτυχία η Κίνα.

Γ.  Στήριξη της δημιουργίας Κέντρων Αριστείας γύρω από τα ελληνικά πανεπιστήμια για ενδυνάμωση της σύνδεσής τους με τον επιχειρηματικό τομέα.

Η ανάδειξη της Ελλάδας σε διεθνές κέντρο ανώτατης εκπαίδευσης εκτιμάται ότι θα έχει πολλαπλά οφέλη για την ελληνική οικονομία.

Σε πρώτο επίπεδο, η άμεση επίδραση από την προσέλκυση των ξένων φοιτητών (σε συνδυασμό με τον περιορισμό των εκροών Ελλήνων φοιτητών) θα προσελκύσει πόρους της τάξης των €1,8 δις ετησίως (κυρίως μέσω υψηλότερων εξαγωγών και χαμηλότερων εισαγωγών υπηρεσιών εκπαίδευσης).

Παράλληλα,  η αναβάθμιση του τομέα ανώτατης εκπαίδευσης θα μετασχηματίσει την Ελλάδα σε οικονομία έντασης γνώσης, αυξάνοντας σημαντικά το δυνητικό ρυθμό ανάπτυξής της (κατά 1-2 ποσοστιαίες μονάδες ετησίως την πρώτη δεκαετία έντονων μεταρρυθμίσεων και κατά περίπου ½ ποσοστιαίας μονάδας ετησίως μεσοπρόθεσμα). Συνεκτιμώντας τις συνέργειες αυτής της μεταρρύθμισης με ένα δεκτικό στην καινοτομία επιχειρηματικό τομέα, η συνολική επίδραση στο ΑΕΠ μπορεί να φτάσει τα €50 δις ετησίως σε ορίζοντα δεκαετίας.

ΑΝΑΔΕΙΞΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΣΕ ΔΙΕΘΝΕΣ ΚΕΝΤΡΟ ΑΝΩΤΑΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ

Σύμφωνα με τη μελέτη:

1. Αξιοποιώντας τη διεθνώς εκρηκτική αύξηση των φοιτητών που επιλέγουν να σπουδάσουν στο εξωτερικό, την ιστορικά αναγνωρισμένη υπεροχή της Ελληνικής Παιδείας και την ύπαρξη σημαντικής ακαδημαϊκής Διασποράς, η Ελλάδα μπορεί να αναδειχθεί σε διεθνές κέντρο ανώτατης εκπαίδευσης.

2. Το διεθνές περιβάλλον είναι εξαιρετικά ευνοϊκό για το συγκεκριμένο εγχείρημα, καθώς οι ροές των διεθνών φοιτητών έχουν πενταπλασιαστεί κατά τις τελευταίες τέσσερις δεκαετίες (4,5 εκατ. φοιτητές το 2015 από 1,8 εκατ. το 1995 και 0,8 εκατ. το 1975). Ωστόσο, οι χώρες έχουν επωφεληθεί σε διαφορετικό βαθμό από αυτή τη θετική διεθνή συγκυρία ανάλογα με το επίπεδο ανταγωνιστικότητας των πανεπιστημίων τους. Στοχεύοντας στη μέτρηση της ακαδημαϊκής ανταγωνιστικότητας κάθε χώρας, η Διεύθυνση Οικονομικής Ανάλυσης της Εθνικής Τράπεζας κατασκεύασε το «Δείκτη Ανώτατης Εκπαίδευσης» λαμβάνοντας υπόψιν τους εξής παράγοντες:

το επίπεδο αυτονομίας των πανεπιστημίων,

την ποιότητα των καθηγητών (όπως μετράται από τις δημοσιεύσεις τους),

το επίπεδο δαπανών για πανεπιστημιακή έρευνα (ως ποσοστό του ΑΕΠ), και

τη γλώσσα κάθε χώρας (με την αγγλική ως πιο υποστηρικτική)

Η χαμηλή θέση της Ελλάδας στο Δείκτη Ανώτατης Εκπαίδευσης (28/100) αντανακλάται στο μικρό μερίδιο της Ελλάδας στην προσέλκυση των διεθνών ροών φοιτητών (0,7%) – με την πλειοψηφία των ξένων φοιτητών να προσελκύονται είτε βάσει διμερών συμφωνιών (π.χ. από Κύπρο) είτε να είναι παιδιά μεταναστών (π.χ. από Αλβανία).

Ωστόσο, ενώ η ανταγωνιστικότητα της Ελλάδας σε αυτόν τον τομέα είναι στην παρούσα φάση χαμηλή, η διεθνής θέση της χώρας θα μπορούσε να ενισχυθεί σημαντικά αξιοποιώντας και το συγκριτικό πλεονέκτημα της μεγάλης ακαδημαϊκής Διασποράς (με το 60% των Ελλήνων πανεπιστημιακών καθηγητών να απασχολούνται στο εξωτερικό, σε σχέση με έναν ευρωπαϊκό μέσο όρο της τάξης του 11% (πηγή) ΒΡΕΣ ΔΟΥΛΕΙΑ ΕΔΩ