Σε συνθήκες οικονομικής ασφυξίας βρίσκεται μεγάλο μέρος των ελληνικών νοικοκυριών με 4 στα 10 νοικοκυριά να έχουν τουλάχιστον έναν άνεργο, να παρουσιάζουν σημαντικές υποχρεώσεις στις τράπεζες και να θεωρούν ότι δεν θα τα βγάλουν πέρα, ενώ 1 στα 3 φοβάται ότι θα χάσει το σπίτι του λόγω των συσσωρευμένων υποχρεώσεων.
Από την άλλη πλευρά, το 87% έχει δικό του ακίνητο ενώ διατηρείται ψηλά η εμπιστοσύνη στο σύστημα δημόσιας υγείας.
Αυτά είναι τα βασικότερα συμπεράσματα που προκύπτουν από την ετήσια τακτική έρευνα του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ που έγινε σε συνεργασία με την εταιρία MARC A.E. και μεταξύ άλλων παρατηρείται σημαντική μείωση εισοδήματος για το 97% των νοικοκυριών και υποβάθμιση της ποιότητας ζωής ιδιαίτερα των πολυμελών οικογενειών.
Σύμφωνα με την έρευνα:
– Το 40,2% των νοικοκυριών, δηλαδή 1,4 εκατ. νοικοκυριά έχουν στην οικογένεια τουλάχιστον ένα άτομο σε ανεργία. Από αυτό το ποσοστό μόνο το 9,8% λαμβάνει επίδομα ανεργίας (λιγότερο από 200.000 άτομα). Περισσότεροι από 1 εκατ. πολίτες έχουν μείνει ακάλυπτοι ως προς τον κίνδυνο της ανεργίας.
– Το 44,3% του πληθυσμού έχει οικονομικές υποχρεώσεις προς τις τράπεζες και 1 στα 10 νοικοκυριά αναγκάστηκαν να ρευστοποιήσουν περιουσιακά στοιχεία για να ανταπεξέλθουν στην κρίση. Οι πρόσφατοι νόμοι για τη φορολόγηση ακινήτων, τις κατασχέσεις καταθέσεων και τη μερική άρση των πλειστηριασμών αναμένεται να δημιουργήσουν συνθήκες ασφυξίας στα νοικοκυριά.
– Ένα στα τρία νοικοκυριά βρίσκεται στο όριο καθυστέρησης πληρωμών προς το δημόσιο, ταμεία ΔΕΚΟ, τράπεζες, δάνεια κλπ, λόγω αδυναμίας (το 34,8% των νοικοκυριών καθυστερεί τις οφειλές για να μπορέσει να ανταπεξέλθει, ενώ το 41,7% δήλωσε ότι δεν διαθέτει επαρκές εισόδημα για την κάλυψη των υποχρεώσεων.
– Η επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης των νοικοκυριών συνεχίζεται αν και πλέον το φαινόμενο επιβραδύνει. Μεγάλο μέρος του πληθυσμού δεν καλύπτει φορολογικές και δανειακές υποχρεώσεις, αγοράζει αγαθά χαμηλότερης ποιότητας για να ανταπεξέλθει στις υποχρεώσεις και φοβάται ότι κάποια στιγμή θα κινδυνεύσει να χάσει το σπίτι του.
– Το 94,6% των νοικοκυριών έχει υποστεί μειώσεις εισοδήματος το διάστημα της κρίσης (2010- 2013). Η συντριπτική πλειοψηφία των νοικοκυριών που ανήκουν στo εισοδηματικό κλιμάκιο 10.000- 25.000 ευρώ (96-97%) εμφανίζει μειώσεις στα εισοδήματά της. Σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά (2012), το 82,4% του πληθυσμού αναφέρει ότι έχει υποστεί μειώσεις μέσα στο 2013, γεγονός που δείχνει ότι τα εισοδήματα διατηρούν την καθοδική τους τάση.
– Ο μέσος όρος μείωσης του εισοδήματος σύμφωνα με την εκτίμηση του ΙΜΕ-ΓΣΕΒΕΕ αγγίζει το 40% (39,47%). Η Αττική είναι η περιοχή με τη μεγαλύτερη μείωση (41,06%).
– Βασική, ίσως και μοναδική στήριξη των νοικοκυριών αποτελούν τα εισοδήματα από συντάξεις (48,6%). Τα εισοδήματα από μισθωτές υπηρεσίες, ελευθέρια επαγγέλματα και επιχειρηματική δραστηριότητα έχουν υποχωρήσει ως προς τη συνεισφορά τους στην οικονομία του νοικοκυριού (35,9% των νοικοκυριών στηρίζεται σε μισθούς, 10,3% σε επιχειρηματικά κέρδη).
– Κλίμα απαισιοδοξίας συνεχίζει να διακατέχει τα ελληνικά νοικοκυριά. Το 41,7% θεωρεί ότι δεν θα μπορέσει να ανταποκριθεί στις οικονομικές υποχρεώσεις του επόμενου έτους. Αυξημένη αδυναμία δηλώνουν τα νοικοκυριά με τουλάχιστον έναν άνεργο (51%).
– Η αγορά συνεχίζει να βρίσκεται σε μια παρατεταμένη ετήσια χειμερία νάρκη», δεδομένου ότι το 75,5% (από 70% στην αντίστοιχη περσινή έρευνα εισοδήματος) των νοικοκυριών αναμένει τις εκπτώσεις για να αγοράσει βασικά αγαθά.
– Δραματικές εμφανίζονται οι περικοπές στην κατανάλωση λόγω της συρρίκνωσης των εισοδημάτων. Το 63,7% των νοικοκυριών έχει κάνει περικοπές στις δαπάνες ειδών διατροφής, ενώ το 90,3%, περιόρισε τις δαπάνες για ένδυση- υπόδηση και περίπου το 90% έχει περιορίσει τις εξόδους σε εστιατόρια, ταβέρνες, μπαρ, σινεμά. Άνω του 75% των νοικοκυριών έχει κάνει περικοπές στις δαπάνες για θέρμανση και μετακινήσεις, γεγονός που συνδέεται με τη διατήρηση του υψηλού και αναποτελεσματικού φόρου στην κατανάλωση πετρελαίου θέρμανσης.
– Η τάση υποβάθμισης της ποιότητας ζωής συνεχίζεται, καθώς το 36,5% του πληθυσμού δηλώνει ότι αγοράζει προϊόντα χαμηλότερης ποιότητας. Οξυμμένο είναι το πρόβλημα στις πολυμελείς οικογένειες (>5 ατόμων το ποσοστό ανέρχεται στο 44,7%) και στις χαμηλές εισοδηματικά κατηγορίες.
Για συνέχεια του άρθρου πατήστε ΕΔΩ