Το δρόμο για την καταβολή των οφειλόμενων από το επίδομα των 176 ευρώ σε χιλιάδες δημοτικούς υπαλλήλους ανοίγει το άρθρο 54 του νόμου 4447/2016 «Χωρικός σχεδιασμός – Βιώσιμη ανάπτυξη και άλλες διατάξεις», με το οποίο δίνεται πλέον το δικαίωμα στις δημοτικές αρχές να μην ασκήσουν ένδικα μέσα σε πρωτόδικες αποφάσεις. Κι αυτό γιατί οι συγκεκριμένοι υπάλληλοι, των οποίων ο αριθμός δεν μπορεί να προσδιοριστεί επακριβώς, έχουν κερδίσει πρωτόδικες δικαστικές αποφάσεις και οι υποθέσεις τους, μετά τις σχετικές προσφυγές των δημοτικών Αρχών, δεν έχουν εκδικαστεί σε δεύτερο βαθμό. Μετά την ψήφιση της σχετικής ρύθμισης, οι εργαζόμενοι, που θεωρούν ότι τα Εφετεία, βασιζόμενα σε αρνητικές για το επίδομα των 176 ευρώ αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας (2013) και του Αρείου Πάγου (2015), θα απορρίψουν και τα δικά τους αιτήματα, ζητούν από τις Δημοτικές Αρχές να αποσύρουν τις προσφυγές τους και να τους καταβάλουν το επίδομα.
Την αρχή έκανε πριν μερικές ημέρες το Δ.Σ. του Σωματείου Οδηγών – Μηχανικών και Εργατοτεχνιτών του Δήμου Πειραιά που με επιστολή του στο δήμαρχο Πειραιά Γιάννη Μώραλη ζήτησε «η νομική υπηρεσία του Δήμου να υποβάλλει αίτηση αναβολής των εφέσεων που εκδικάζονταν στις 18/1/2017 και είχε ασκήσει ο Δήμος εναντίον πρωτόδικων θετικών αποφάσεων που αφορούσαν την αναδρομική καταβολή του επιδόματος των 176 ευρώ σε εργαζόμενους του Δήμου Πειραιά», όπως και τελικά έγινε. Σύμφωνα με πληροφορίες της aftodioikisi.gr, οι εργαζόμενοι του δήμου βρίσκονται σε διαπραγματεύσεις, με το δήμαρχο Πειραιά να επικαλείται τον κίνδυνο εκτροχιασμού του προϋπολογισμού του δήμου, τα οικονομικά του οποίου έτσι κι αλλιώς βρίσκονται σε άσχημη κατάσταση.
Σε δηλώσεις του στην aftodioikisi.gr ο αντιπρόεδρος της ΠΟΕ-ΟΤΑ Βασίλης Γκιτάκος, που είναι και εργαζόμενος στο δήμο Πειραιά, καλεί τους δημάρχους βασιζόμενοι στο άρθρο 54, «να αποσύρουν τις εφέσεις που έχουν καταθέσει και, σε συνεννόηση με τους εργαζόμενους, να βρουν τρόπο καταβολής των οφειλόμενων από το επίδομα των 176 ευρώ».
H ιστορία του επιδόματος
Να σημειωθεί ότι το επίδομα των 176 ευρώ θεσπίστηκε με το άρθρο 14 του Ν. 3016/2002 επί κυβέρνησης Σημίτη, με στόχο την εξομοίωση των επιδομάτων και στην άρση των όποιων αδικιών μεταξύ των διαφόρων κλάδων προσωπικού του Δημοσίου. Ωστόσο, με πλείστες όσες υπουργικές αποφάσεις δόθηκε, μέχρι την κατάργησή του το 2011 με το Ενιαίο Μισθολόγιο (Ν 4024), κυρίως, σε υπαλλήλους των υπουργείων, αλλά και σε γιατρούς και οδοντίατρους του ΙΚΑ, σε εκκλησιαστικούς υπαλλήλους και σε εργαζόμενους σε διάφορους άλλους φορείς του Δημοσίου, όπως της Βουλής, του Πολιτικού Γραφείου του Πρωθυπουργού, της Γενικής Γραμματείας του Υπουργικού Συμβουλίου, της Προεδρίας της Δημοκρατίας, του ΕΟΤ, του Εθνικού Κέντρου Δημόσια Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης (ΕΚΔΔΑ), Ακαδημία Αθηνών, των Περιφερειών, της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Ελλάδας, της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, του ΟΓΑ, του ΟΠΑΔ κλπ, αφήνοντας βασικές κατηγορίες δημοσίων υπαλλήλων όπως: Εργαζόμενους στους δήμους, εκπαιδευτικούς, ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό νοσοκομείων, δικαστικούς υπαλλήλους αλλά και εργαζόμενους σε ΝΠΔΔ.
Αποτέλεσμα, όλα αυτά τα χρόνια, υπάλληλοι των συγκεκριμένων κατηγοριών με προεξάρχοντες αυτούς των δήμων να διεκδικήσουν και σε πολλές περιπτώσεις να κερδίσουν πρωτόδικες αποφάσεις. Μάλιστα, παρότι η παρ. 3 του άρθρου 14 του Ν. 3016/2002 με την οποία θεσμοθετήθηκε το επίδομα των 176 ευρώ τονίζει ότι «αν καταβάλλονται οποιουδήποτε είδους πρόσθετες μισθολογικές παροχές, που υπολείπονται του ποσού των εκατόν εβδομήντα έξι (176) ευρώ, επιτρέπεται να χορηγείται μόνο η διαφορά μέχρι του ποσού αυτού» και ότι «οι ρυθμίσεις αυτές όσον αφορά το προσωπικό των Ο.Τ.Α. και το προσωπικό των λοιπών Ν.Π.Δ.Δ. περιορίζονται στις υφιστάμενες από τον προϋπολογισμό τους δυνατότητες», δικαστικές αποφάσεις επισημαίνουν ότι: «Το δικαίωμά τους δε αυτό είναι νόμιμο για τον λόγο ότι η επίδικη παροχή έχει χορηγηθεί σε ευρείες και ετερόκλητες κατηγορίες μισθωτών επί σχέσει δημοσίου και ιδιωτικού δικαίου, υπηρετούντες σε πλείστες κατηγορίες υπηρεσιών της δημόσιας διοίκησης και των ΝΠΔΔ, χωρίς ειδικές προϋποθέσεις και χωρίς την οποιανδήποτε συνάρτηση προς το είδος ή το εύρος της παρεχόμενης εργασίας, με αποτέλεσμα η χορήγησή της να έχει προσλάβει, λόγω και της εν γένει κανονιστικής αντιμετώπισής της εξ αρχής, χαρακτήρα επιμισθίου εργασίας, ήτοι γενικής προσαυξήσεως των τακτικών αποδοχών των εργαζομένων (ΣτΕ 828/2002) σωρευτικά με την ενιαία και απρόσβλητη μισθολογική βάση του N. 2470/1997 με τις ύστερες τροποποιήσεις του αλλά και την αντίστοιχη του N. 3205/2003».
Η περίπτωση του δήμου Νίκαιας – Ρέντη & οι αποφάσεις ΣτΕ και Αρείου Πάγου
Όπως έχει αποκαλύψει η aftodioikisi.gr 75 εργαζόμενοι του δήμου Νίκαιας-Αγ.Ι.Ρέντη δικαιώθηκαν δικαστικά το 2015 και προχώρησαν στην κατάσχεση του ποσού των 526.505,69 ευρώ από τις καταθέσεις του δήμου.
Ωστόσο, η περίπτωση του δήμου Νίκαιας – Ρέντη αποτέλεσε εξαίρεση στον κανόνα, καθώς, όπως προαναφέρθηκε, με δύο αποφάσεις τους, Ανώτατα Δικαστήρια της χώρας «μπλόκαραν» σχετικές απαιτήσεις των υπαλλήλων. Συγκεκριμένα, τον Ιανουάριο του 2013 η Ολομέλεια του ΣτΕ αποφάσισε ότι οι δικαστικοί υπάλληλοι δε δικαιούνται το επίδομα των 176 ευρώ, καθώς έκανε δεκτή αίτηση αναίρεσης του Δημοσίου κατά αποφάσεως του Διοικητικού Εφετείου Θεσσαλονίκης που είχε κρίνει τα αντίθετα, μετά από προσφυγή 25 δικαστικών υπαλλήλων.
Δύο χρόνια αργότερα η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου αποφάσισε ότι δεν δικαιούνται το επίδομα των 176 ευρώ οι εργαζόμενοι στο υπουργείο Πολιτισμού με σύμβαση ορισμένου χρόνου καθώς και οι υπάλληλοι του παιδικού σταθμού Ζωγράφου.
Κατόπιν αυτών των αποφάσεων, πολλές από τις δίκες των υπαλλήλων που διεκδικούν το επίδομα των 176 ευρώ έχουν αναβληθεί με πρωτοβουλία των δικηγόρων τους, ενώ άλλες που πραγματοποιήθηκαν είχαν αρνητική εξέλιξη για τους εργαζόμενους.